συνέκδημος

συνέκδημος
συνέκδημος, ου, ὁ (ἔκδημος ‘abroad’; Diod S; Plut., Otho 1069 [5, 2], Mor. 100f; Palaeph., 45 p. 67, 7; Jos., Vi. 79; SIG 1052, 9; OGI 494, 13f; cp. Lat. comes) traveling companion, w. focus on official assignment Ac 19:29; 2 Cor 8:19.—DELG s.v. δῆμος. M-M.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • συνέκδημος — fellow traveller masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνέκδημος — ο, / συνέκδημος, ον, ΝΜΑ, και δωρ. τ. πληθ. συνέγδαμοι, οἱ, Α (το αρσ. ως κύριο όν.) Συνέκδημος σπουδαίο έργο πολιτικής και διοικητικής γεωγραφίας τής πρώιμης βυζαντινής περιόδου το οποίο υπήρξε βασική πηγή για όλα τα μεταγενέστερα σχετικά έργα… …   Dictionary of Greek

  • συνεκδήμοις — συνέκδημος fellow traveller masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκδήμου — συνέκδημος fellow traveller masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκδήμους — συνέκδημος fellow traveller masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκδήμων — συνέκδημος fellow traveller masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνέκδημε — συνέκδημος fellow traveller masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνέκδημοι — συνέκδημος fellow traveller masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνέκδημον — συνέκδημος fellow traveller masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

  • Hierokles (Synekdemos) — Hiéroklès (Synekdèmos) Pour les articles homonymes, voir Hiéroklès. Hiéroklès (en grec ancien Ἱεροκλῆς) est un grammairien byzantin, l auteur présumé du Synekdèmos (en grec Συνέκδημος), un catalogue politique et géographique rédigé avant 535. On… …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”